- Πίλωρος
- Πίλωροςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Πίλωρος — Αρχαία ελληνική πόλη της Χαλκιδικής, που κατά τον Ηρόδοτο (ZE, 122), μαζί με την Άσσα, Σίγγο και Σάρτη είχαν υποταγεί στον Ξέρξη και του είχαν δώσει στρατό και πλοία. Μετά τη Νικίειο Ειρήνη του 422 π.Χ., η Π. ήταν φόρου υποτελής στην Αθηναϊκή… … Dictionary of Greek
Χαλκιδικής, νομός — Νομός που καλύπτει το έδαφος της ομώνυμης χερσονήσου της κεντρικής Μακεδονίας. Στον νομό δεν υπάγεται η περιοχή του Άθω (Άγιον Όρος), ο οποίος συνορεύει στα Β με τον νομό Θεσσαλονίκης, ενώ από τις 3 άλλες πλευρές του βρέχεται από το Αιγαίο. Ο… … Dictionary of Greek